Τραμπάλα ζωή.
Ο Σπύρος και η Βαγγελιώ.
1944.
Χρόνια δύσκολα, άσχημα ακόμη και στην επαρχία. Ακόμη και για ένα σπίτι καινούργιο, με ανθρώπους που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν σε ένα χωράφι, με σκέπασμα μια κάπα και συντροφιά τα πρόβατα.
Το πρώτο τους παιδί. Ο Κώστας, το πρώτο από τα εννιά. Πήρε το όνομα του παππού, οι συγγενείς κρυφογελούσαν, «να μην πάρει και τη χάρη του μουρντάρη».
Ακολούθησαν τέσσερα κορίτσια, το δεύτερο από εκείνα είναι η μάνα μου. Μετά ξανά ο Σπύρος έβαλε πλώρη και έκανε άλλα τέσσερα αγόρια.
Όταν γεννήθηκε ο μικρός, ο Κώστας ήταν φαντάρος και το πήρε βαρέως… «ντροπής πράματα είναι αυτά».
Παρά τα γέλια της γειτονιάς ο Κώστας πήρε μπόλικα από τον συνονόματο του παππού.
Πήρε τη λεβέντικη όψη του, ψηλός, μελαχρινός με πυκνές μπούκλες που δεν τις έχασε ποτέ.
Πήρε το χαρακτήρα του το θυμωσιάρη. Πήρε και το φιλότιμό του και την προκοπή του. Δουλευτής αλλά και νευρικός.
Πήρε και κάτι από τη «μουρνταριά» του.
Μετά από λίγα χρονάκια πήρε και την Ντίνα για γυναίκα του.
Ήταν όμορφη γυναίκα στα νιάτα της λένε.
Μαζί έκαναν ένα παιδί, τη Σοφία.
Οι δρόμοι τους χώρισαν σύντομα και επεισοδιακά.
Τη Ντίνα δεν την γνώρισα και δεν με στεναχώρησε ποτέ αυτό.
Έπειτα γνώρισε την Αργυρούλα. Ούτε και εκείνη τη θυμάμαι. Μου έχει μείνει όμως ένα χρυσό φυλαχτό για το μάτιασμα που έφερε δώρο εκείνη όταν με γύρισαν από το μαιευτήριο. Για εκείνη στεναχωριέμαι που δεν τη γνώρισα. Μου έλεγε η μάνα μου ιστορίες, ο Κώστας δεν μιλούσε για κείνη εύκολα. Όλες οι ιστορίες κατέληγαν με τη μάνα μου να μουρμουρίζει κάτι για μανιοκατάθλιψη, που εγώ δεν τα καταλάβαινα τότε και δεν μιλούσα γιατί τη μάνα μου την έπιαναν κλάματα και με έδιωχνε.
Στεναχωρήθηκα πάντως όταν έμαθα πως πέθανε πέρσι στην Κέρκυρα, στην κλινική.
Τη Σοφία τη συναντούσε αραιά και όταν γύριζε είχε πάντα ένα μουδιασμένο ύφος.
«Κώστα είναι παιδί σου» του έλεγε η μάνα μου και μετά φεύγανε και λέγανε κουβέντες για τη Ντίνα, εμένα πάλι με έδιωχναν.
Τα χρόνια που πήγαινα δημοτικό, μόλις έπιανε απογευματάκι στηνόμουν έξω, τάχαμου ότι έπαιζα και περίμενα να φτάσει ο άσπρος σκαραβαίος ασθμαίνοντας και να κατέβει ο Κώστας με τη βαριά βραχνή του φωνή και να με χαιρετίσει με το παρατσούκλι που το θυμάται ακόμη και σήμερα.
Το πρώτο βιβλίο που διάβασα ήταν δικό του δώρο. Καθόμασταν με την αδερφή μου και μας έκανε το δικό του κήρυγμα «να διαβάζετε, να μην γίνετε τενεκέδες και πιστεύετε ότι σας λένε»
Μετά έπιαναν με τον πατέρα μου τις μεγαλίστικες κουβέντες για πολιτικά. Εγώ κάπου δίπλα τους άκουγα και προσπαθούσα να καταλάβω τι ήταν αυτό το τόσο σπουδαίο που λέγανε, αλλά μάταια.
Ποτέ δεν τα βρήκανε με τον πατέρα ο Κώστας στα πολιτικά. Πάντα σε φωνές καταλήγανε, μέχρι που φώναζε η μάνα από μέσα «αφήστε τις κουταμάρες και ελάτε να φάμε»
Στα χρόνια που ακολούθησαν ο Κώστας απομακρύνθηκε πολύ από όλους.
Στο σπίτι έκοψε να έρχεται, τσακώθηκε με τη μάνα μου, άσχημα.
Το έβλεπα καμιά φορά και λέγαμε καμιά κουβέντα.
Τα χρόνια που ήρθα στην Αθήνα όλο και πιο δύσκολα μάθαινα τα νέα του.
Η θειά μου, μου έλεγε διάφορα αλλά μου φαίνονταν απίστευτα. «μανάρι μου να τα πιστεύεις, αυτά κάνει το ποτό στον άνθρωπο»
Ήρθε και ή ώρα που τα πίστεψα.
Πριν μερικές ημέρες χτύπησε το τηλέφωνο αργά το βράδυ. Ήταν ο ξάδερφος μου ο Γιώργης.
«έλα ρε λεχρίτη, τι λέει;»
«είναι ο Κώστας στο νοσοκομείο κάτω, με αιμορραγία, οι γιατροί λένε πως δεν σταματάει, αν βγάλει τη νύχτα είναι θαύμα.»
δεν μίλησα, δεν είχα να πω κάτι.
«θα σε ξαναπάρω μετά να μου πεις τι έγινε, αν θες κάτι στο ενδιάμεσο πάρε»
έκλεισα και με έπιασε ένα παράπονο, ένα κλάμα για μια ζωή ενός ανθρώπου που έμεινε μόνος του, που του έχω αδυναμία, που τα σκάτωσε γιατί το μόνο που του έλειπε ήταν ο τρόπος.
Μίλησα ξανά εκείνο το βράδυ στο τηλέφωνο με το νοσοκομείο. Πολλές φορές.
Τα κατάφερε για την ώρα μου είπαν, θα τον στείλουν Αθήνα για να τον σώσουν.
Πήγα και τον βρήκα στο ασθενοφόρο.
Ήμουν μαζί του όλη τη μέρα. Τον άφησα για λίγο για να μιλήσω με τους γιατρούς.
«θα έρθεις λίγο κοπέλα να πούμε για τον πατέρα σου;»
«ε, ξέρετε θείος μου είναι»
«έχει όγκο στο στομάχι, θα χρειαστεί εγχείρηση, πιθανότατα να γίνει ολική αφαίρεση»
δε μίλησα, μου φώναξε η νοσοκόμα
«έρχεσαι λίγο, σε θέλει ο πατέρας σου»
«έρχομαι» φώναξα.
«γιατρέ ότι χρειαστεί εγώ θα είμαι εδώ, θα σας ξαναδώ».
Τώρα που γράφω τον έχω αφήσει μόνο του και θα φύγω σε λίγο να τον βρω. Θα του πάρω την εφημερίδα που διαβάζει πάντα, να μάθει για τα πολιτικά και για εκείνον «τον καραγκιοζάκο στην Ιταλία».
Είναι μεγάλη μέρα.
«σήμερα μπορεί να τον αφήσουν να φάει τον πατέρα σου» μου είπε το πρωί η νοσοκόμα».
Ετικέτες Οι δικοί μου
8 Comments:
Περαστικά του, καλή σου δύναμη!
By Λαμπρούκος, at 12/4/06 10:19 π.μ.
Περαστικός από δω. Διακρίνω πού κομικ επιρροές κι εγκρίνω.
Εκτός από bilal, manara και τ' αλλα τα παιδιά, εγώ αρέσκομαι ιδιαιτέρως στον Hugo Pratt
By Χαρτοπόντικας, at 13/4/06 2:55 π.μ.
Kai palli perastika, kai ola einai kala panta oti einai na ginei tha ginei. Polles fores kalitera apo oti nomizoume .....
By Άρης, at 16/4/06 3:47 μ.μ.
Λαμπρούκο μου σε ευχαριστώ πολύ πολύ πολύ...
Φιλιά!
Χαρτοπόντικα, πολύ καλός ο Pratt, θα συμφωνήσω (έχω συμπάθεια στον Corto Maltese) αλλά οι δικές μου αδυναμίες είναι ο marini (raptors και gipsy) και φυσικά ο Serpieri.
Καλώς ήρθες, βρήκες όμως το σπίτι ...ακατάστατο, θα "καθαρίσω" όως σύντομα!
:)
Άρη μου έχεις δίκιο...
Σ ευχαριστώ.
:)
By Απολλώνια, at 17/4/06 5:20 μ.μ.
Περαστικά του κούκλα μου....!
Καμιά φορά οι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν, και όσο εσύ νομίζεις ότι λέγοντάς τους την αλήθεια τους βοηθάς τόσο αυτοί απομακρυνόνται από τον κοινωνικό τους κύκλο. Έτσι γίνεται πάντοτε... Πίστεψέ με!
Δεν χρειάζεται να στεναγχωριέσαι που δεν κατάφερες να τον γνωρίσεις καλύτερα. Σημασία έχει που τώρα είσαι κοντά του... Αυτό νομίζω φτάνει!
Για ότι χρειαστείς ξέρεις που να με βρεις....
Φιλάκια πολλά γλύκα....
-m6s-
By Ανώνυμος, at 17/4/06 10:47 μ.μ.
Dimi σ' ευχαριστώ πολύ.
Φιλιά!
By Απολλώνια, at 19/4/06 2:51 μ.μ.
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από έναν διαχειριστή ιστολογίου.
By Ανώνυμος, at 30/1/07 2:17 π.μ.
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από έναν διαχειριστή ιστολογίου.
By Ανώνυμος, at 7/3/07 9:30 π.μ.
Δημοσίευση σχολίου
<< Home